Search

Content

1 σχολίασαν

(από το βιβλίο Ιδιώνυμο)

Είναι επικίνδυνη- Όταν ο θεός χαλάει τον κόσμο, χαλάζια και κατακλυσμός, βγαίνει ξεκάλτσωτη στους δρόμους, σφυρίζει τους άντρες, πετάει πέτρες στα περιπολικά, την αράζει πάνω σα σκίουρος στα δέντρα κι ανάβει τσιγάρο από τις αστραπές.

Τελευταία φορά επεσυμάνθη κατά την ίδιαν ημερομηνίαν, χρονολογίαν και ώραν εις τρία διαφορετικά μέρη- κατά εξακριβωμένας πληροφορίας η ανατίναξις γέφυρας στο Μανχάταν, η προμήθευσις όπλων σε αναρχοκομμουνιστικά κινήματα καθώς και η φυγάδευσις κρατικών, άκρως απόρρητων πληροφοριών οφείλονται σ’ αυτό το ίδιο άτομο.

Φέρεται φέρουσα μαύρο ή κόκκινο στρατιωτικό πουλόβερ, παιδικά μαργαριταρένια χτενάκια στα μαλλιά με τα χέρια στις τσέπες δανεικού πανωφορίου.

Γεννηθείσα: Άγνωστον
Γένος: Άγνωστον
Επάγγελμα: Άγνωστον
Κατοικία: Άγνωστος
Επάγγελμα: Άγνωστον
Θρήσκευμα: Άθεος
Χρώμα Οφθαλμών: Άγνωστον
Όνομα: Σοφία Βίκυ Μαρία Όλια Νίκη Άννα Έφη Αργυρώ

ΔΑΡΕΙΟΣ ΔΑΡΕΙΟΣ. Προς όλα τα περιπολικά.
Προσοχή, οπλοφορεί. Επικίνδυνη. Οπλοφορεί. Επικίνδυνη.

Την λένε Σοφία Βίκυ Μαρία Όλια Νίκη Άννα Έφη Αργυρώ.
Κι είναι όμορφη όμορφη όμορφη όμορφη Θε μου…

Κατερίνα Γώγου
7 σχολίασαν

Μείνε

Θυμάμαι τα βράδια που μερικές φορές, αφού με άφηνε να ενωθώ μαζί της και να εισβάλλω μέσα της, όταν τελειώναμε και έβρισκε την αναπνοή της, με έσφιγγε με τα πόδια της τραβώντας με πάλι πάνω της. Ύστερα με τρεμάμενη και παρακλητική φωνή μου έλεγε "Μείνε".

Και έμενα. Έμενα μέσα της, έμενα δίπλα της, έμενα γύρω της, έμενα παντού.

Κι όταν τελικά ένα απ' τα τελευταία βράδια άκουσα αυτό το "Φύγε", κατάλαβα πως είχε έρθει η δική μου σειρά να τη σφίξω και να τη δέσω πάνω μου όσο πιο καλά μπορώ. Να την ασφαλίσω και να της πω αυτό το "Θα φύγω μόνο όταν μου το πουν τα μάτια σου".
0 σχολίασαν

Σώπα μη μιλάς

Απ'το ποίημα του Αζίζ Νεσίν - Σώπα μη μιλάς ( Απαγγέλει η Μαριέτα Ριάλδη )

Σώπα, μη μιλάς, είναι ντροπή
κόψ' τη φωνή σου
σώπασε
κι επιτέλους, αν ο λόγος είναι αργυρός
η σιωπή ειναι χρυσός.

Τα πρώτα λόγια, οι πρώτες λέξεις που άκουσα από παιδί
έκλαιγα, γέλαγα, έπαιζα μου λέγανε:
"σώπα".

Στο σχολείο μου κρύψαν την αλήθεια τη μισή,
και μου λέγανε :"εσένα τι σε νοιάζει; Σώπα!"

Με φιλούσε το πρώτο αγόρι που ερωτεύτηκα και μου 'λεγε:
"κοίτα μην πείς τίποτα και σώπα!"

Κόψε τη φωνή σου και μη μιλάς, σώπαινε.
Και αυτό βάστηξε μέχρι τα εικοσί μου χρόνια.

Ο λόγος του μεγάλου
η σιωπή του μικρού.

Έβλεπα αίματα στο πεζοδρόμιο,
"Τι σε νοιάζει μου λέγανε, θα βρείς το μπελά σου, τσιμουδιά, σώπα".

Αργότερα φωνάζανε οι προϊστάμενοι
"Μη χώνεις τη μύτη σου παντού,
κάνε πως δεν καταλαβαίνεις, σώπα"

Παντρεύτηκα, έκανα παιδιά και τα έμαθα να σωπαίνουν
ο άντρας μου ήταν τίμιος κι εργατικός και
ήξερε να σωπαίνει.
Είχε μάνα συνετή, που του έλεγε "Σώπα".

Στα χρόνια τα δίσεκτα οι γονείς, οι γείτονες με συμβουλεύανε :
"Μην ανακατεύεσαι, πες πως δεν είδες τίποτα. Σώπα"
Μπορεί να μην είχαμε με δ'αύτους γνωριμίες ζηλευτές,
μας ένωνε, όμως, το Σώπα.

Σώπα ο ένας, σώπα ο άλλος, σώπα οι επάνω, σώπα οι κάτω,
σώπα όλη η πολυκατοικία και όλο το τετράγωνο.
Σώπα οι δρόμοι οι κάθετοι και οι δρόμοι οι παράλληλοι.
Κατάπιαμε τη γλώσσά μας.
Στόμα έχουμε και μιλιά δεν έχουμε.
Φτιάξαμε το σύλλογο του "Σώπα".
και μαζευτήκαμε πολλοί
μία πολιτεία ολόκληρη, μια δύναμη μεγάλη ,αλλά μουγκή!

Πετύχαμε πολλά και φτάσαμε ψηλά, μας δώσανε και παράσημα,
κι όλα πολύ εύκολα, μόνο με το Σώπα.
Μεγάλη τέχνη αυτό το "Σώπα".

Μάθε το στη γυναίκα σου, στο παιδί σου, στην πεθερά σου
κι όταν νιώσεις ανάγκη να μιλήσεις ξερίζωσε τη γλώσσά σου
και κάν'την να σωπάσει.
Κόψ'την σύρριζα.
Πέτα την στα σκυλιά.
Το μόνο άχρηστο όργανο από τη στιγμή που δεν το μεταχειρίζεσαι σωστά.

Δεν θα έχεις έτσι εφιάλτες, τύψεις κι αμφιβολίες.
Δε θα ντρέπεσαι τα παιδιά σου και θα γλιτώσεις απο το βραχνά να μιλάς,
χωρίς να μιλάς να λες "έχετε δίκιο, είμαι σαν κι εσάς"
Αχ! Πόσο θα 'θελα να μιλήσω ο κερατάς.

και δεν θα μιλάς,
θα γίνεις φαφλατάς,
θα σαλιαρίζεις αντί να μιλάς.

Κόψε τη γλώσσά σου, κόψ'την αμέσως.
Δεν έχεις περιθώρια.
Γίνε μουγκός.
Αφού δε θα μιλήσεις, καλύτερα να το τολμήσεις.
Κόψε τη γλώσσά σου.

Για να είσαι τουλάχιστον σωστός στα σχέδια και στα όνειρά μου
ανάμεσα σε λυγμούς και σε παροξυσμούς κρατώ τη γλώσσά μου,
γιατί νομίζω πως θα'ρθει η στιγμή που δεν θα αντέξω
και θα ξεσπάσω και δεν θα φοβηθώ και θα ελπίζω
και κάθε στιγμή το λαρύγγι μου θα γεμίζω με ένα φθόγγο ,
με έναν ψιθυρο, με ένα τραύλισμα, με μια κραυγή που θα μου λέει:
ΜΙΛΑ!....
0 σχολίασαν

Ζαν Ζενέ, Ο Σκοινοβάτης


"Θανάσιμη μοναξιά"
Στον πάγκο του μπαρ μπορείς ν' αστειευτείς μ' οποιονδήποτε, να τσουγκρίσεις το ποτήρι σου μ' όποιον θέλεις. Μα ο Άγγελος αναγγέλλει τον ερχομό του -μείνε μονάχος να τον υποδεχτείς. Και Άγγελος μας είναι η νύχτα που πέφτει στην εκθαμβωτική πίστα. Ακόμα κι αν η δική σου μοναξιά είναι πλημμυρισμένη στο φως, ενώ σκοτάδι τα χιλιάδες μάτια που σε κρίνουν, που φοβούνται και προσδοκούν την πτώση σου. Θα χορέψεις πάνω και μέσα στην άνυδρη μοναξιά με τα μάτια δεμένα και ει δυνατόν τα βλέφαρα ραμμένα. Τίποτα όμως δε θα σε εμποδίσει να χορέψεις για την εικόνα σου, και προπαντός χειροκροτήματα ή γέλια. Αλίμονο είσαι καλλιτέχνης, και δε γίνεται πια ν' αγνοήσεις την ανελέητη άβυσσο των ματιών σου. Νάρκισσος χορεύει; Δεν είναι ωστόσο φιλαρέσκεια, εγωισμός και φιλαυτία, μα κάτι άλλο. Μήπως ο ίδιος ο θάνατος; Χόρευε λοιπόν ολομόναχος. Χλωμός, πελιδνός, γεμάτος αγωνία αν θ' αρέσεις στην εικόνα σου -δηλαδή θα χορέψει η εικόνα σου για σένα...

Αν ο έρωτάς σου, η δεξιοτεχνία σου και η πονηριά σου κατορθώσουν ν' ανακαλύψουν τις μυστικές δυνατότητες του συρματόσκοινου, αν η ακρίβεια των κινήσεων σου είναι απόλυτη, τότε κι εκείνο θα σπεύσει να ξαναντύσει το πόδι σου (με τα δερμάτινα στολίδια) -και θα χορέψει εκείνο, όχι εσύ.
Μα αν χορεύει το σκοινί σου ακίνητο, κι αντί για σένα το είδωλό σου, πού βρίσκεσαι εσύ;

Ο Θάνατος -ο Θάνατος που σου λέω- δεν ακολουθεί την πτώση σου, έρχεται προτού εμφανιστείς πάνω στο σκοινί. Πεθαίνεις πριν ανέβεις. Όποιος χορέψει θα πεθάνει -αποφασισμένος να κατακτήσει κάθε ομορφιά, ικανός για κάθε ομορφιά. Όταν εμφανιστείς, θα σε τυλίξει μια χλομάδα -όχι δεν εννοώ το φόβο, μα το αντίθετό του, μιαν ακαταμάχητη τόλμη. Παρά τα ψιμύθια και τις πούλιες, θα 'σαι χλωμός και η ψυχή σου πελιδνή. Τότε η ακρίβειά σου θα ‘ναι απόλυτη. Τίποτα δεν θα σε κρατάει πια στο έδαφος, και θα χορεύεις δίχως να πέφτεις. Μα κοίτα να πεθάνεις πριν εμφανιστείς - ένας νεκρός χορεύει στο σκοινί...

Δεν εννοώ, φυσικά, ότι ο ακροβάτης που βαδίζει γύρω στα δέκα μέτρα από το έδαφος πρέπει να εναποθέτει τη ζωή του στο Θεό, να προσεύχεται και να σταυροκοπιέται πριν εμφανιστεί στην πίστα, επειδή καραδοκεί ο θάνατος στην εξέδρα. Μιλώ στον καλλιτέχνη όπως θα μιλούσα στον ποιητή. Την ίδια προσταγή θα του 'δινα ακόμη κι αν χόρευες ένα μέτρο πάνω από τη γη. Όπως θα το κατάλαβες το θέμα είναι η θανάσιμη μοναξιά, η λαμπερή, η ανέλπιδη περιοχή όπου δρα ο καλλιτέχνης...

Ο ποιητής πρέπει να διακινδυνέψει τα πάντα για να κατακτήσει την απόλυτη μοναξιά, που είναι απαραίτητη για να πραγματοποιήσει το ποιητικό του έργο - να το αποσπάσει από το κενό για να το πληρώσει και να του δώσει ζωή. Αποδιώχνει περίεργους και φίλους, ή συμβουλές που θα έκαναν το έργο του προσιτό στον κόσμο. Μπορεί, επίσης να επιλέξει άλλη μέθοδο - αφήνει γύρω του μια δυσωδία τόσο αηδιαστική, τόσο ρυπαρή, που κι ο ίδιος λιποθυμά και παθαίνει ασφυξία. Είναι μόνος. Η ολοφάνερη συμφορά του θα του επιτρέψει κάθε λογής θρασύτητα, αφού κανένα βλέμμα δεν τον ενοχλεί. Κλυδωνίζεται ανάμεσα στη ζωή και την ερημία του θανάτου. Η φωνή του δεν ξυπνά καμιά ηχώ. Γιατί αυτά που έχει να πει δεν απευθύνονται πια σε κανέναν, κι ούτε χρειάζεται να τα καταλαβαίνουν οι ζωντανοί - δεν τα υπαγορεύει έξαλλου η ζωή, παρά η εξουσία του θανάτου...

Και χόρευε!
Μα καύλωνε! Το κορμί σου να έχει το υπεροπτικό σφρίγος του καυλωμένου πέους. Γι' αυτό να χορεύεις μπροστά στην εικόνα σου και να' σαι ερωτευμένος μαζί της. Δεν θα το αποφύγεις - χορεύει ο Νάρκισσος. Μα θα τον νοιώσει ο θεατής το χορό σου, την προσπάθεια του σώματός σου να ταυτιστεί με την εικόνα σου. Δεν είσαι πια η αρμονική τελειότητα μιας τεχνικής μονάχα - αναδίνεις μια ζεστασιά που μας θερμαίνει. Η κοιλιά σου φλέγεται. Χόρευε ωστόσο για τον εαυτό σου, όχι για εμάς. Και πάντοτε στον ερεβώδη τόπο. Αυτή η μοναξιά θα μας μαγέψει...

Το κυνήγι πάνω στο σκοινί, η καταδίωξη του ειδώλου σου, τα βέλη με τα οποία το τρυπάς δίχως να το αγγίζεις και το πληγώνεις και το κάνεις να αστράφτει είναι γιορτή. Μα η προσέγγιση του ειδώλου σου είναι η μεγάλη Γιορτή.
Νιώθω μια παράξενη δίψα, θα 'θελα να πιω, δηλαδή να υποφέρω, δηλαδή να πιω και να μεθύσω με τον πόνο που θα' ναι γιορτή. Αφού αρρώστιες, πείνα και φυλακή δεν μπορούν να σε κάνουν δυστυχισμένο, αφού τίποτα από όλα αυτά δε σ' αγγίζει, δυστύχησε με την τέχνη σου. Τι σημασία έχει -για σένα και για μένα- ένας καλός ακροβάτης; Θα είσαι το πυρπολούμενο θαύμα, θα φλέγεσαι και θα διαρκείς λίγα λεπτά.

Πάνω στο συρματόσκοινό σου είσαι ο κεραυνός. Έστω, ένας μοναχικός χορευτής. Σε αναγκάζει να χορεύεις μια τρομερή δυστυχία, που πυροδοτείται και εγώ δεν ξέρω από πια φλόγα, που σε φωτίζει και σε αναλώνει. Και το κοινό; Βλέπει μονάχα τη φωτιά, και νομίζοντας ότι παίζεις, αγνοώντας ότι είσαι εσύ ο εμπρηστής, χειροκροτεί την πυρκαγιά...
2 σχολίασαν

(emshi)

με ξενίζει το ενδιαφέρον σου
δε θα το οικειοποιηθώ ποτέ
θα ζω πάντα μια ζωή καχύποπτη
ερωτευμένη με τα πάθη των άλλων
τρελαμένη με τα λάθη τα δικά τους
θα μετράω αποτσίγαρα και σφάλματα
θα προσθέτω στο αποτέλεσμα μελανιές, σωματικές και μη
τα βράδια θα κλείνομαι σε σπίτια χωρίς φώτα
θα κάνω θυσίες σε βωμούς θεών στους οποίους δεν πίστεψα ποτέ
τα ρολόγια θα χτυπάνε περίεργα τα πρωινά
κι εγώ θα ξέρω να μαγειρεύω μόνο μακαρόνια
με κοροιδεύουν στο είπα; με χλευάζουν γιατί δεν ξέρω να ισορροπώ πάνω στην ευτυχία
δεν πειράζει όμως γιατί χθες κάποιος μου ΄πε πως η ζωή είναι ωραία
κι όλα αυτά στο είπα; επειδή με ξενίζει το ενδιαφέρον σου
το θεωρώ κάλπικο και φτηνό
και δε θέλω να μαγειρεύω μακαρόνια για σένα
0 σχολίασαν

ήδη απών

Να σε έχω δίπλα μου και να μου λες ότι δεν χρειάζομαι κανέναν να με σώσει. Να αλλάζω πρόσωπα κάθε τρία δευτερόλεπτα και να προσπαθώ να καταλάβω πιο απ' όλα σε σκαλώνει πιο πολύ για να το υιοθετήσω για πάντα. Με φοβίζει ο τρόπος που αποφασίζω να δράσω, με φοβίζει ο τρόπος που μερικές φορές αποφασίζω να πατήσω τον αυθορμητισμό μου για να πουλήσω αρέσκεια σε ξένα σώματα. Μου τη σπάει που το κάνω αυτό, ειδικά όταν είσαι ξαπλωμένος δίπλα μου εκλιπαρώντας με να μην είμαι δήθεν άνθρωπος. Περπατάω και προσπαθώ να σκιαγραφήσω την κατάθλιψη που υπάρχει γύρω μου, αλλά χάνομαι στο χάος. Όλα γυρίζουν γύρω από τον ίδιο άξονα τελικά και καλώς ή κακώς πρέπει να συμβιβαζόμαστε. Έχω καιρό όμως να νιώσω αυτή τη μοναδική αίσθηση της ασφάλειας και της σιγουριάς που με διακατείχε όταν ήμουν πιο εγώ. Φρικαλέο δεν είναι; Σαν να αρνούμαι να μπω στο σώμα μου και να αναγνωρίσω τα λάθη που κάνω ως δικά μου. Φτου ξελευθερία έλεγα παλιά και όλος ο ουρανός γίνονταν δικός μου. Γιατί ήξερα πως αυτό είμαι, αυτό έπρεπε να ήμουν κι αν δεν ήμουν αρεστή δε με χαλούσε. Αν το φιλοσοφήσω πιο πολύ, ξέρω πως όλο αυτό δεν έχει να κάνει με τον κόσμο τον γύρω μου, δεν έχει να κάνει ούτε καν με σένα τον ίδιο. Είναι ένα παιχνίδι που παίζω με τον εαυτό μου, με ψάχνω τόσο καιρό αλλά δε με βρίσκω. Μάταια η επανάληψη, αφού μένω πάντα μετεξεταστέα. Μην απορείς και μην μπερδεύεσαι. Κοινό μας σημείο είναι μόνο η ανάγκη για ανακωχή κι ας μην το παραδεχόμαστε.
Φτου ξελευθερία λοιπόν κι αν θες να συνεχίζεις να παλεύεις, πρέπει να τα βρεις με τον εαυτό σου πρώτα. Καλώς ή κακώς, όλα τ' άλλα έρχονται δεύτερα.
1 σχολίασαν

εξόριστος στην κεντρική λεωφόρο

-Είσαι καλά;

 -Για δε μιλάς; Γιατί δε λες αυτά που σκέφτεσαι, αυτά που θες να πεις; Για δε μ' αφήνεις ήσυχη; Χωρίσαμε, δε χωρίσαμε; Άσε με ήσυχη λοιπόν. Εξαφανίσου, για δεν εξαφανίζεσαι; Τι με κοιτάς έτσι; Με νομίζεις νευρωτική, ε; Υστερικιά. Εσύ υπάρχεις γιατί βαριέσαι να πεθάνεις. Μου 'χεις φορτώσει τον τρόπο που μιλάς, τον τρόπο που σκέφτεσαι, τις ανασφάλειές σου, τα βιώματά σου, τη μυθολογία σου, είσαι βαρύς. Το καταλαβαίνεις; Βαρύς. Τι με κοιτάς έτσι; Το ξέρω πολύ καλά αυτό το ύφος. Όπως όταν τότε που σου 'χα πει ότι πήγα με άλλον. Ποτέ δεν το ξεπέρασες. Θεωρίες, θεωρίες. Ξέρεις τι είσαι; Ένας καταπιεσμένος μικροαστός είσαι. Αυτό είσαι.

 -Είναι φορές που σκέφτομαι ότι αυτή η ιστορία δε μπορούσε να 'ναι καλύτερη.

 -Αυτό ήταν όλο που είχες να πεις; Μετά από όλα αυτά που σου 'πα, αυτό ήταν όλο που είχες να πεις; Δεν αντέχω άλλο, σε παρακαλώ, κάντο για μένα κάντο. Εξαφανίσου, να μη βλέπω, να μη σ' ακούω, να μη... Σε παρακαλώ, για μένα. Δεν αντέχω άλλο. Άφησέ με. Ούτε να με ξαναπάρεις τηλέφωνο, ούτε να σε ξαναδώ θέλω. Να πεθάνεις, αυτό θέλω. Να πεθάνεις. ....

( Από 'μένα τέλος. Κάντε την επανάσταση χωρίς εμένα. )
5 σχολίασαν

deeply, senselessly, terribly

“my sadness is not
a cut for you to bandage
and it is not
a bruise for you to kiss
i am not waiting
for you to save me
i am hoping you will love me
while i rescue myself”
Τα πάνω, κάτω. Στιγμές που ένα ποτήρι κόκκινο κρασί είναι αναμφισβήτητα η καλύτερη παρέα. Μια κουβέρτα, ένα τραγούδι και οι παρηγοριές που μόνο ο εαυτός σου μπορεί να σου δώσει.
Ζητάς ένα χάδι παραπάνω, μια ματιά ζεστή από δύο μάτια που λατρεύεις να σε κοιτάζουν, αλλά τις στιγμές αυτές ακόμα κι αυτό σου φαίνεται περιττό. Αχρείαστο και ανήθικο, όταν περνάει απ’ τη σκέψη σου. Τι φοβάσαι τελικά; Τη μοναξιά, την ερημιά, τη συνήθεια; Φοβάσαι μήπως συνηθίσεις στην απλότητα και σταματήσεις να ονειρεύεσαι και να κυνηγάς το παραπάνω; Φοβάσαι μήπως αυτό το παραπάνω βαρεθεί και φύγει;
Δεν διώχνω την τρυφερότητα σου, αλλά ούτε και την επιζητώ μανιωδώς. Αισθάνομαι πως αν σου αφεθώ, θα καταλήξω να νιώθω ευάλωτη, μισή. Αισθάνομαι πως τίποτα από αυτά που έχεις να προσφέρεις δε θα καλυτερέψουν την κατάσταση μου αυτή τη στιγμή. Το ξέρω πως κάνω λάθος εδώ. Με τρομάζει η χυδαιότητά μου, αλλά ήταν και θα είναι πάντα θεμιτή. Γιατί με έχει μάθει να ισορροπώ, ακόμα κι όταν η γραμμή που ορθώνεται μπροστά μου είναι θολή και ακαθόριστη. 
Όσο με σφίγγεις στην αγκαλιά σου, τόσο γλιστράω. Δεν το κάνω επίτηδες, δεν το κάνω επειδή θέλω να το αποφύγω, δεν το κάνω επειδή δεν το απολαμβάνω. Το κάνω γιατί η αβεβαιότητα με σκοτώνει, με τσαλακώνει. Το κάνω ενστικτωδώς γιατί μου μοιάζει σωστό και πρέπον. Μου βγαίνει από μέσα μου, γιατί ίσως να είναι πιο σημαντικό για μένα να ξέρω ότι πατάω στα πόδια μου αυτήν την περίοδο. Το κάνω για μένα, χωρίς να σκέφτομαι εσένα και δε ντρέπομαι να το παραδεχτώ ανοιχτά. Το κάνω γιατί είναι κάτι που μένει προς το παρόν ατιμώρητο. Απαλλάσσω τον εαυτό μου από αυτό, γιατί είναι κάτι που μοιάζει προς το παρόν ανοίκειο και ξένο. 
Εγώ σε ξένα χέρια. Εγώ σε δύο χέρια πιο δυνατά και πιο μεγάλα απ’ τα δικά μου. Εγώ στα δικά σου χέρια. Πόσο δικά σου είναι όταν σε προστάζουν να με αγκαλιάσεις, να με σφίξεις, να με εξυψώσεις; Πόσο δικιά σου είναι η ανάγκη να μου φιλάς το μέτωπο και να με κοιτάζεις λες και είμαι κάτι μαγικό, κάτι εξωπραγματικό; Πόσο δικές σου είναι όλες εκείνες οι κουβέντες που ξεστομίζεις όταν μου λες ότι νοιάζεσαι πραγματικά και ότι ενδιαφέρεσαι; Κι όταν κλείνει το φως και φεύγεις απογοητευμένος απ’ το δωμάτιο, πόσο δικιά σου είναι η απογοήτευση και η λύπη; Πόσο δικιά σου είναι η λοξή ματιά τα απογεύματα, όταν ο ήλιος πέφτει και δυσανασχετεί ο ουρανός σου; 
Δε φοβάμαι την ήττα, γιατί δεν έχει την δυνατότητα να με συνθλίψει. Δε φοβάμαι τη μοναξιά, γιατί δεν έχει την δυνατότητα να με κυριεύσει. Απλώς φοβάμαι μερικές φορές τα μάτια σου γιατί δεν έχω μάθει να τα διαβάζω. Φοβάμαι μερικές φορές τα μάτια σου, γιατί μοιάζουν κενά από συναισθήματα όταν μιλάνε για πράγματα αγνά και ουσιώδη. Μετά σκέφτομαι πως μπορεί και εγώ να σε φοβίζω. Μπορεί να σε τρομάζει η ρηχότητα και η σκοτεινιά που ρέει μερικές φορές από μέσα μου. Πες μου όμως, τι σε κάνει να παρακαλάς για περισσότερα; 
Το ξέρω, τίποτα από όλα αυτά δε βγάζει νόημα τελικά. 
Αν έχεις το κουράγιο, αγκάλιαζε με μέχρι τα σώματά μας να δημιουργήσουν το τέλειο πάζλ. Την τέλεια εικόνα που κατακτιέται έπειτα από πολλά εμπόδια και δυσκολίες. 
Αν έχεις την καλοσύνη, συγχώρεσε με που τα εμπόδια και οι δυσκολίες αυτές, είμαι εγώ. 
Αν έχεις την υπομονή και η υπομονή αυτή είναι δικιά σου, περίμενέ με λίγο πιο κάτω κι εγώ στο υπόσχομαι, θα είμαι εκεί πιο σύντομα από όσο νομίζεις.
7 σχολίασαν

spectrum of insanity


Γαμημένο κενό.
Γίνε αγκάθι και μείνε μέσα μου.
Γίνε πληγή ανοιχτή πάνω στο κορμί μου, πληγή ανυπόταχτη που δεν γιατρεύεται ποτέ.
Γίνε ολοφάνερη ουλή πάνω στο στήθος μου και μείνε εκεί για πάντα.
Γίνε ρινική αιμορραγία και γέμισε τη μπανιέρα μου με κατακόκκινο αίμα.
Γίνε πυρετός και κάνε με να τρέμω και να καταριέμαι.
Γίνε κρίση πανικού και μη φύγεις από μέσα μου ποτέ.
Γίνε ανίατη νόσος που οδηγεί στο θάνατο.
Γίνε σχιζοφρενικό επεισόδιο κι άσε να περάσει ένας αιώνας μέχρι να αναρρώσω πλήρως.
Γίνε ακραίο βιωματικό γεγονός που μου προκαλεί κάθε είδους ψυχικής δυσφορίας.
Γίνε εξαρτησιογόνος ουσία που με καθιστά εθισμένη για πάντα.
Γίνε εισαγγελική παρέμβαση που κρίνει απαραίτητη την ακούσια νοσηλεία μου.
Γίνε κούραση, γίνε αδυναμία, γίνε απώλεια όρεξης, γίνε λιποθυμική τάση.
Γίνε βήχας, γίνε πονοκέφαλος, γίνε ταχυκαρδία, γίνε ναυτία και εμετός.
Γίνε δίψα, γίνε άγχος, γίνε θυμός, γίνε νευρικότητα.
Γίνε ναρκωτικό, γίνε οι διεσταλμένες κόρες των ματιών μου.
Γίνε ψυχαναγκασμός, γίνε κατάθλιψη, γίνε φοβική διαταραχή, γίνε ψυχωτισμός.
Γίνε ενδοφλέβια χορήγηση θανατηφόρας ουσίας.
Γίνε οι μαύροι κύκλοι κάτω από τα μάτια μου, γίνε μια μόνιμη ανησυχία.
Γίνε διέγερση, γίνε παραίσθηση, γίνε απαγορευμένο πάθος.
Γίνε αρρώστια, γίνε μόλυνση, γίνε λάθος.
Γίνε απώλεια.
Γίνε ΒΙΑ.
1 σχολίασαν

για σένα μπαμπά..

Έχω ένα μόνιμο επισκέπτη στα όνειρά μου όταν πελαγώνω, μου διώχνει κάθε βραχνά μου σε κάθε βάστηγμα και κάθε αναδρομιά μου θεός ξεσπίτωτος φαντάζει μπροστά μου, χαρά μου.

Όταν μ' αγγίζεις γίνονται όλα μπορετά όταν γελάς, χάνονται όλα τα βαρετά Πόσο γουστάρω στα παλιά όταν με γυρίζεις «Να τραγουδάς ζεβζεκη μου, να σιχιτιρίζεις». Μου παίρνεις τον καημό και το μαράζι κ όλος ο κόσμος για λίγο αλλάζει.

Χτες σε είδα στον ύπνο μου ξανά, πατέρα κι είχες λαχτάρα τόσο να με δεις. Ήθελα να τα κάνω όλα για σένα πέρα Όμως μου είπες: «Είναι νωρίς...» Στειλ' το μαράζι σου, μου 'πες, δώρο στο διάολο και σύρε μόνος το τέλος σου για να βρεις όταν θα σβήσει η φωτιά, δεν θα 'χει άλλο Κοίτα λοιπόν να το χαρείς...

Αλλάζω ένα μου δάκρυ, με μια στάλα βροχή κι ό,τι σου έγραψα απόψε, το πάω απ' την αρχή Έχω έναν μόνιμο επισκέπτη στα όνειρά μου γι' αυτό δεν κλείνει ποτέ η αγκαλιά μου...

μπαμπά, συγγνώμη που σε πονάω
0 σχολίασαν

protect you, always.

ό, τι και να γίνει μικρέ, πάντα θα προσέχω τα νώτα σου.
μη φοβάσαι τίποτα.
εγώ είμαι εδώ.
6 σχολίασαν

03082013

Ανένταχτη από κούνια. Μεγάλωσε χωρίς να της λείπει τίποτα και τώρα της φαίνεται παράξενο που πρέπει να συμβιβαστεί στο λίγο. Όσο κι αν πονάει, δε θα στο δείξει ποτέ. Όσο κι αν αγαπάει, δύσκολα το βγάζει προς τα έξω. Φοβάται το σκοτάδι κι ας το αρνείται στον εαυτό της. Φοβάται ακόμα και τη σκιά της, κι ας το παίζει μαγκάκι και σκληρή. Δε μπορεί να ξεφύγει, κι όλο ξεφεύγει. Χρησιμοποιεί πολύ συχνά τη λέξη «γαμώτο» και γενικά βρίζει ασταμάτητα.

Δεν ερωτεύεται ποτέ. Δεν το ‘χει, λέει, στο αίμα της. Είναι το κορίτσι που θα φτύσει στο ποτό σου αν δε σε συμπαθεί. Που θα σταματήσει να σε ακούει αν δεν την ενδιαφέρουν αυτά που λες. Είναι το κορίτσι που εύκολα προσποιείται πως είναι μια άλλη, μια ξένη, μια κάποια που δεν ξέρει και που δε θα γνωρίσει ποτέ. Είναι το κορίτσι που έχει χάσει το δρόμο του τελευταία. Που γενικά δεν κοιμάται καλά τελευταία. Που δεν τρώει και πολύ καλά τελευταία. Που πνίγεται μέσα στις σκέψεις της τελευταία. Που αρκείται απλά στο να υπάρχει τελευταία. Που κάνει τους δαίμονες της πολύ καλούς της φίλους τελευταία. Δεν ξέρει τι να κάνει και την ενοχλεί λίγο που νιώθει μουδιασμένη τελευταία. Γενικά έχει σταματήσει να προσπαθεί να επιβιώνει τελευταία.

Θέλει να ουρλιάξει και να ακουστεί παντού. Θέλει να σταματήσουν οι εφιάλτες. 
Θέλει πίσω τη ζωντάνια της.
0 σχολίασαν

Μηχανές

(τα αποσπάσματα που ακούγονται στο άλμπουμ "Μηχανές" από τους Στίχοιμα. δε μπορούσα να μην τους δώσω την προσοχή που τους αξίζει, πόσο μάλλον να μην τα ποστάρω εδώ. το παιδάκι που τα αφηγείται σε κάθε κομμάτι, τους δίνει μια πανέμορφη και απόκοσμη χροιά. όποιος ενδιαφέρεται να τα ακούσει: εδώ. )

Ημερολόγιο μηχανών. Ημέρα 1.
Το παγωμένο σύρμα μου κόβει τα δάχτυλα και ο κάλυκας αιωρείται ανάμεσα στη στιγμή και την αιωνιότητα. «Κάτω το κεφάλι» μου φώναξες. «Σκύψε, γονάτισε». 
Οι μηχανές έχουν καταλάβει το κέντρο και οι δειλές ψυχές που φτιάχναν για χρόνια στο σκοτάδι πέφτουν σαν άστρα από τα μπαλκόνια της ανάγκης και της περηφάνειας. 
Δεν θέλω. Βλέπω τους ψηλούς σαν τις σκιές, σκοτώνουν στα σοκάκια ξένους.
Και κάτι γυναίκες, ομοιόματα ανθρώπου χαρίζονται. Χιλιάδες βιασμοί από την 3η φάλαγγα. 
Οι άρρωστοι εκτελούνται πρώτοι. Νοσοκομεία κρεματόρια. Το ξεσκαρτάρισμα ξεκίνησε. Άχρωμες και έγχρωμοι. Στο αίμα που κύλησε απ’τον πρώτο άγνωστο που πήδηξε το χαντάκι του 7ου, αναδύθηκαν οι καβαλάρηδες της αποκάλυψης. 
Έλα μαζί μου. Θα σου πω για τη γέννηση και το θάνατο. 
Για αγάπη και ανοχή. Στα γράφω για να τα βρίσκεις. Στα ψιθυρίζω για να τα ακούσεις. 
Στην Αυλώνα πίσω από το τείχος ακούγονται παιδιά. 
Τραγουδούν ένα τραγούδι για εκείνη τη νύχτα. Την πιο μεγάλη νύχτα του κόσμου.

Ημερολόγιο μηχανών. Ημέρα 24.
Μάρμαρο κοινοβουλίων, μάρμαρο τάφων. 
Πάνω τους καρφωμένα πανιά και σύμβολα πολέμου.
Γιατί η ίδια μάνα που σε χλευάζει, είναι η ίδια μάνα που σε σκεπάζει.
Αυτό διάβαζα σε ένα διάδρομο που είχα ξαπλώσει.
Σκοτάδι, με φώτιζαν οι λέξεις.
Οι μηχανές δεν απειλούνται από τα συνθήματα των τοίχων.
Αρκεί να μην διαβάζονται.
«Είστε όλοι ένα μάτσο σκλάβοι» απάντησε η μηχανή.
Και τράβηξε τη σκανδάλη κάτω από τη σημαία.

Ημερολόγιο μηχανών. Ημέρα 52.
Μας μεταφέρουν και μας πηγαίνουνε σε τούνελ. Σκοτεινιάζει.
Ο Νάρκισσος πεθαίνει από το είδωλό του, ανίδεοι.
Η ντροπή του κλείνει τα μάτια.
Το κακό είναι η μάνα σου, η αδερφή σου, το χέρι που σου σφίγγει την καρδιά.
Γιατί απ’αυτό δεν κρύβεσαι. Σε κοιτάει από τον καθρέφτη.
Έχω δει τον πρώτο κόσμο να κλαίει, να λιμοκτονεί και να πεθαίνει.
Έχω δει τον δαίμονα να σπάει τη γυναίκα σου στα κρεβάτια του Υδροχόου.
Και αυτή έβλεπε εσένα στα ιδρωμένα μάτια.
Και εσύ πουθενά.

Ημερολόγιο μηχανών. Ημέρα 64.
Ο κάλυκας συνεχίζει να αιωρείται.
Τεράστιοι σκελετοί από ζώα στο προαύλιο.
Στη τέντα του παλιού τσίρκου, έχουν τους νεογέννητους.
Χωρίς πάνες. Πασαλειμμένοι μαθαίνουν το άρωμα της εποχής.
Ο πόλεμος συνεχίζεται στη Νορμανδία και στις Πλαταιές ακούγεται ότι χάνουμε.
Θέλω να τελειώσει. Κουράστηκα να πονάω.
Ο χρόνος κυλάει σαν σταγόνα στον κρόταφο του ακροβάτη.
Πες μου. Θα πέθαινες για μένα;

Ημερολόγιο μηχανών. Ημέρα 73.
Τα σύρματα σκουριάζουν αργά και τα δεσμά μου ματώνουν τους καρπούς.
Υγρασία και σιωπή. Στρατόπεδο συγκέντρωσης Αθήνας, λίγο πριν την άφιξη των μηχανών.
Αυτός ο χειμώνας είπανε πως θα είναι ο πιο βαρύς.
Θα μιλούσα στο Θεό. Αλλά πλέον δεν έχω κάτι να του πω…

Ημερολόγιο μηχανών. Ημέρα 85.
Το γρανάζι που έστησαν οι μηχανές στο κέντρο του κόσμου, πηγαίνει ανάποδα.
Οι δείκτες του κινούνται αριστερόστροφα. Και ο χρόνος μετράει προς τα πίσω.
Φήμες λένε για ανθρώπους στην κοιλιά του που γυρίζουν τα γρανάζια του με τα χέρια. «Σταμάτα να κυνηγάς τα σύννεφα και πήδα.» φώναξε η μηχανή στη γυναίκα.
Και εκείνη βούτηξε από το 6. Η ώρα έδειχνε 0.

Ημερολόγιο μηχανών. Ημέρα 92.
Αυτό που έγινε γράφτηκε στις σειρές του πενταγράμμου.
Νότα νότα με χτίσανε. Νιώσε.
Τα καμμένα λάστιχα θυμίζουν μυρωδιά από βινύλιο.
Θυμάσαι που σου φώναζα να τους προσέχεις γιατί στραβώνουν; Θυμάσαι;

Ημερολόγιο μηχανών. Ημέρα 156.
Που και που, κάτι προσπαθεί να αναβλύσει από τις αναμνήσεις.
Ψίθυροι ακούγονται αλλά όχι σε σκοτεινές γωνίες και στενά.
Πίσω από τα κάγκελα στις αγορές του κόσμου, υπάρχουν ομάδες που δεν κινούνται με σκοπό. 
Κινούνται με λόγο.
Πόσες φορές προσπάθησα να δω πίσω από τη μάσκα σου; Και εσύ βιαζόσουν...

Ημερολόγιο μηχανών. Ημέρα 178.
Οι αντιστασιακοί υστερούν σε όπλα. 
Ακούγεται ότι κρατάνε έκταση της πόλης.
Αλλά όλο και μικραίνει. 
Η φύση είναι ανήμπορη μπροστά σε αυτό. 
Είμαστε σαν σελίδα της ελληνικής μυθολογίας. Περιμένουμε τον ήρωα. 
«Η αλήθεια είναι στα ντουβάρια.» φώναξε ο καρκινοπαθής πίσω από το συρματόπλεγμα.
Μίλα μου λίγο, αυτή η σιωπή με σκοτώνει. Άλλωστε αν δεν καούμε εμείς πώς θα φωτιστεί η νύχτα;

Ημερολόγιο μηχανών. Ημέρα 184.
Τα χέρια μου μυρίζουν. 
Ψάχνουμε στις παλιές χωματερές.
Τσίγκους και κουτιά από κονσέρβα.
Οι μηχανές δίνουν παραπάνω φαγητό αν τους πας λαμαρίνα.
Η Αθήνα που ξέραμε άδειασε. 
Οι μισοί πεθάνανε και οι άλλοι φύγανε.
Υστερόγραφο: οι μηχανές επιτίθενται στα γυναικόπαιδα, τους παίρνουν μαλλιά και νύχια.

Ημερολόγιο μηχανών. Ημέρα 203.
Ακούω βήματα απ'έξω και η περίμετρος σωπαίνει
Οι μηχανές μας πείσανε πως για όλα φταίνε οι άλλοι.
Ο διπλανός και ο από πάνω. Ο δυνατός και ο αδύνατος.
Και εμείς ζαλισμένοι από αρώματα.
Συνεχίζαμε να κοιτάμε τις οθόνες του τίποτα.
Και τώρα που μας κάναν χίλια κομμάτια, βρήκαμε μάτια για να δούμε και φωνή για να φωνάξουμε.
Στη σφραγίδα των μηχανών, υπάρχει μια φράση:
"Εκεί κρύβεται η αλήθεια, αλλά τώρα είναι αργά". Αργά για να νιώσουμε...

Ημερολόγιο μηχανών. Ημέρα 203.
Ο μεγαλύτερος μου φόβος σε αυτό το στρατόπεδο, είναι να μην σε βρούνε, μνήμη μου.
Και αν πέσουν όσα γράφω στα χέρια κάποιου, θέλω να είναι παιδί.
Παιδί που να μην ξέρει να διαβάζει.
Απλά να κοιτάει το χαρτί και να φαντάζεται.
Και να αφηγείται για τον κόσμο πριν τις μηχανές.
Όσο για μένα, δεν θα σου πω ούτε ποιος είμαι, ούτε για όσα με αδίκησαν.
Εγώ με τους ανθρώπους τελείωσα.

Ημερολόγιο μηχανών. Ημέρα 262.
Οι μέρες μου περνάνε, οι νύχτες μου δεν περνάνε.
Γράφω πάνω σε αυτό το ημερολόγιο για τον κόσμο που δεν θα δω.
Και για σένα που δεν θα αγαπήσω.
Λένε ότι όταν αρχίσεις να μιλάς με τον εαυτό σου αποτελεί κλινική περίπτωση.
Εγώ απλά πιστεύω ότι το υποσυνείδητο αποσχίζεται της βιωματικής λογικής και το υποκείμενο έλκεται σε κατάσταση εσωτερικής διένεξης την οποία εξωτερικεύει.
Εδώ μέσα καταρρέω. Είσαι ακόμα εκεί;

Ημερολόγιο μηχανών. Ημέρα 278.
Έχω να κοιμηθώ μέρες. 
Οι σειρήνες ακούγονται κάθε δύο λεπτά κι ο εφιάλτης της πρώτης νύχτας επιστρέφει.
Γύρω μου η εξάντληση και το ντουβάρι που ακουμπάω, παγωμένο.
Μπροστά μου περπατούν οι κουρασμένοι του περιθωρίου. Δε μιλάνε.
Μόνο ένας μου μίλησε μια φορά σκυφτός και υπερήφανος. 
Γερασμένος, σταμάτησε μπροστά μου, κοίταξε προς τη μεριά μου και είπε:
"Σαράντα ολόκληρα χρόνια πέρασαν από τότε, που τραγούδησα για πρώτη φορά με το γλυκό μπουζούκι μου, μπροστά σε χωνί φωνογράφου. Το θυμάμαι καλά. Ήταν φωνόγραγος της ODEON. Και ήρθαν όμορφες εποχές και ήρθαν άσχημες, που ο Μάρκος μπήκε παραπονούμενος στο περιθώριο. Εγώ όμως όλο κι έφτιαχα στιχάκια και μουσικές. Έλεγα, κάλλια Μάρκο να σβήσεις όρθιος, ζωντανός, με ένα τραγούδι στο στόμα. Σήμερα, μετά από σαράντα χρόνια, με φώναξαν να τους δώσω τα τραγούδια μου, τα ωραιότερα. Κι εγώ, άκουσα το κάλεσμά τους. Ήταν σα βάλσαμο στην πικραμένη και πονεμένη ψυχή του Μάρκου".

Ημερολόγιο μηχανών. Ημέρα 300.
13 Ιουνίου 1793. Παρίσι. 
Πεθαίνει σε μία μπανιέρα ο άνθρωπος που τον αποκαλούσαν φίλο του λαού.
Να σηκωθείς, να πας να τον βρεις για να σου πει.
178 χρόνια μετά, με 10 μέρες διαφορά.
Πεθαίνει στην ίδια πόλη, σε μια ίδια μπανιέρα, ένας άνθρωπος κραυγή.
ΦΟΒΑΜΑΙ ΤΟ ΜΑΤΑΙΟ.

Ημερολόγιο μηχανών. Ημέρα 324.
Στη δίπλα πτέρυγα, τα βράδια ακούγονται γέλια.
Κοροϊδεύουν τον μαθηματικό, όπως τον λένε.
Είναι ένας που γράφει συνεχώς αριθμούς στον τοίχο.
Σαν μια τεράστια εξίσωση που για να λυθεί θέλει μέρες,μήνες,χρόνια.
Τον κοροϊδεύουν και του λένε πως οι πράξεις του είναι λάθος.
Και αυτός συνεχίζει. Και τον χλευάζουν. Και αυτός συνεχίζει.
Όμως εχθές το βράδυ τα γέλια σταμάτησαν.
Ο μαθηματικός γράφει στο αποτέλεσμα τον αριθμό 0. Και τον υπογραμμίζει.
Γυρίζει λοιπόν και τους λέει: 
«Είχατε δίκιο. Οι πράξεις μου ήταν λάθος. Αλλά οι αριθμοί που χρησιμοποιούσα καθώς και το αποτέλεσμα ήταν σωστό. Γιατί στο μηδέν δεν σε φέρνουν ποτέ οι αριθμοί σου αλλά οι πράξεις σου.»

Ημερολόγιο μηχανών. Ημέρα 430.
Οι μηχανές μας προαυλίζουν κάθε πέντε μέρες μαζί.
Αρκεί να μη μιλάμε ο ένας με τον άλλον.
Οι ανθρώπινες σχέσεις απαγορεύτηκαν.
Ο κόσμος είναι επίπεδος τελικά.
Οι άνθρωποι απέτυχαν να υπάρχουν.
Κοίτα με πως κρέμομαι από τα τσαμπιά του χρόνου.
Πέφτω και με τρώνε πουλιά.
Ο άνθρωπος είναι γεράκι και ποντίκι, λιοντάρι και λαγός.
Έχω καιρό να δω.
Ο ζωολογικός κήπος της πόλης έγινε το κεντρικό νεκροτομείο.
Οι άνθρωποι μειώνονται αισθητά.
ΑΦΑΝΙΣΜΟΣ

Ημερολόγιο μηχανών, ημέρα άγνωστη. 11 και 34. 
Σήμερα είναι όλα ανήσυχα, οι μηχανές εκτελούν κόσμο στη περίμετρο. 
Ακούγεται ότι η πρώτη και η δεύτερη φάλαγγα κινούνται προς τα εδώ.
Στη πύλη του στρατοπέδου η ίδια φράση. 
Είκοσιτρείς και πενήντα. Μύριζει καμμένη σάρκα απ'το προαύλιο και ακούγονται ουρλιαχτά. 
Οι φάλαγγες βηματίζουν, το νιώθω. Αδειάζουν κελιά. 
Αλήθεια πες μου, ήσουν εδώ ποτέ;
Άκουσες ποτέ την κραυγή της θάλασσας; Εγώ ποτέ. 
Συναίνεσες ποτέ; Εγώ ποτέ. 
Εικοσιτρείς και πενηνταοχτώ και οι μηχανές είναι στον διάδρομο. 
Η τελευταία γραμμή στη σελίδα αυτού του βιβλίου γράφει: "Θάνατος στις μηχανές". 
Σε κρύβω για να σε βρουν, αυτοί που ψιθυρίζουν για να τους ακούσουμε.
Δώδεκα ακριβώς. 
ΤΕΛΟΣ
0 σχολίασαν

Μέχρι εκεί

Για ένα βράδυ, δύο βράδια, μέχρι εκεί.
Το εβδομήντα τοις εκατό του "είναι" σου παραμένει ακόμα άγνωστο και απρόσιτο.
Για ένα χάδι, δύο χάδια, μέχρι εκεί.
Δεν ξέρω αν αυτό που νιώθω είναι η ανάγκη να σε αγαπήσω ή να αγαπήσω εμένα.
Σε πλησιάζω και νιώθω το ψύχος σου σε όλη μου την ύπαρξη.
Σαν να κατεβαίνω άοπλη σε πόλεμο, έχοντας σίγουρη την ήττα.
Για ένα σημάδι, δύο σημάδια, μέχρι εκεί.
Τώρα βρίσκομαι ανάμεσα σε δύο κόσμους, διαπλάθοντας διαφορετικούς εαυτούς, βάζοντας σύνορα.
Ακροβατώ σε σκέψεις που με ωθούν στο να πράττω παράλογα, επιβιώνοντας ανάρμοστα.
Δίχως συγκεκριμένη πορεία, ακολουθώ μεθυσμένες ελπίδες για όλα όσα ξέχασα να ζήσω.
Για μία θλίψη, δύο θλίψεις, μέχρι εκεί.
Για το παρόν, απλά σκεπάζω με τα χέρια μου τα αυτιά μου και σιγοτραγουδάω σε μια προσπάθεια να με διαχωρίσω απ' το έξω περιβάλλον.
Για το μέλλον, απλά αμύνομαι και ακονίζω τα μαχαίρια μου, για να μην καταφέρεις να κοιτάξεις μέσα μου και δεις τι έχω.
Για μία αγκαλιά σου, δύο αγκαλιές σου, μέχρι εκεί.
Γιατί είναι ψυχοφθόρο να με μαλώνω συνέχεια που υποκύπτω σ' αυτήν την πλανεύτρα ανάγκη που με καθιστά όμηρό σου.
Για μια προσπάθεια, δύο προσπάθειες μέχρι εκεί.
Επειδή θέλω να βρω, αλλά δε βρίσκω.
Χάνομαι μέσα σε χαοτικές θεωρίες που με αφορούν αλλά συνωμοτούν εναντίον μου.
Για ένα λάθος, δύο λάθη μέχρι εκεί.
Λάτρεψα την ρουτίνα μου γιατί με κρατάει δέσμια της και δεν λειτουργώ, δεν προλαβαίνω να σκεφτώ.
Αποζητάω τη φυγή, αλλά για πόσο ακόμα;
2 σχολίασαν

και μια λύπη, κάτι μου λείπει

Έχω μια μέρα δροσερή
μες στην καρδιά μου τη θλιμμένη, 
μες στην καρδιά μου την καημένη, 
έχω μια μέρα δροσερή.

Που με πετάς και με χαλάς
και σαν κλειδί με τυραννάς
είμαι εδώ, τόσα χρόνια εδώ
βαρέθηκα να απολογούμαι για αυτό που ζω
και μια λύπη, κάτι μου λείπει δε σε μπορώ.

Μη μου γελάς, μη μου λες
ότι αυτά που θες είναι μεγάλα
κι αυτά που νιώθω εγώ είναι μικρά.
Μη μου λες χωρίς φτερά πως θα πετάξεις, 
πως θα με αλλάξεις, πως θα την ψάξεις
για να γίνουν όλα όμορφα, μαγικά.

Έχω μια μέρα δροσερή
χωρίς κλειδί σ` ένα κελί
χωρίς κλειδί σε μία πόρτα
χρόνια τράβαγα και ρώτα, 
αυτή την πίεση, αυτή.

Έχω μια μέρα δροσερή
μες στην καρδιά μου τη θλιμμένη
μες στην καρδιά μου την καημένη
έχω μια μέρα δροσερή
που όλο με κόβει σαν γυαλί
μες στη ζωή μου τη θλιμμένη
έχω μια μέρα δροσερή
μες στης καρδιάς μου τη γιορτή.
2 σχολίασαν

Σ' εκείνο το βράδυ

Εκείνος εναντίον του εαυτού του. Εκείνος ενάντια στον κόσμο. Δύσκολα διακρίνεις τη θλίψη στα μάτια του. Η όλη του εμφάνιση αποπνέει μια άγρια γοητεία που τον καθιστά απροσέγγιστο στα μάτια των άλλων. Σαν να τον βλέπω τώρα μπροστά μου.
Βρίσκεται ανάμεσα σε κόσμο, αλλά δε βγάζει μιλιά. Απλά ακούει και μερικές φορές δεν ακούει τίποτα. Μάτια που κοιτάνε παντού αλλά δεν εστιάζουν πουθενά. Μικρές κακές συνήθειες του που δε μπορεί να κόψει λόγω αδυναμίας. Πάντα ατημέλητος και αντικοινωνικός, μοναχικός από επιλογή. Ο κόσμος παρατηρητικός και αναιδής σχολιάζει, πάντα σχολιάζει. Τις κινήσεις του, τους τρόπους του, την παράξενη συμπεριφορά του. Ονομάζοντας παράξενο και ιδιότροπο το μη σε αυτούς κατανοητό και οικείο. «Ξέρεις κάτι; γάμα τα ήθη τους». Αυτό μου έλεγε όλη την ώρα. «Μην ασχολείσαι, μην παίζεις το παιχνίδι τους, μη γίνεσαι γελοία». Μελαγχολικός και λιγομίλητος. Θυμάμαι μπορούσα να κάθομαι μαζί του για ώρες. «Δε γίνεται να παριστάνω πως είμαι ένας από αυτούς… Ο τρόπος τους δε μου ταιριάζει. Με βαραίνει όλη αυτή η θεατρικότητα».
 Θα ήταν ψέμα αν έλεγα πως τον κατανοούσα πλήρως. Αλλά κάτι μέσα μου είχε ταυτιστεί μαζί του. Με ένα κομμάτι του. Απλά άφηνα την αύρα του να με διακατέχει και τον παρατηρούσα σιωπηλά για ώρες. Γοητευόμουν απ’ τον τρόπο που έδενε τις προτάσεις μεταξύ τους. Ήξερα πως όλα αυτά που μου έλεγε, προέρχονταν από μέσα του. Απ’ το πιο σκοτεινό μέρος της ύπαρξής του. Το καταλάβαινα απ’ τον τρόπο που το βλέμμα του τρυπούσε το κενό όταν μου μιλούσε. Δεν είχε ανάγκη απ’ την παρηγοριά μου. Δεν είχε γενικά ανάγκη από παρηγοριά. Εγώ ένιωθα πως τον χρειάζομαι. Πως χρειαζόμουν τις συμβουλές του. Γιατί μόνο εκείνος ήξερε. Μόνο εκείνος μπορούσε να καταλάβει, χωρίς να με παρεξηγήσει. Όταν ερχόταν η σειρά μου, άκουγε προσεχτικά αυτά που του έλεγα και δεν έχανε ούτε λέξη μου. Και πάντα όταν τελείωνα, απαντούσε συνοπτικά και πολλές φορές με γρίφους ή με ιστορίες.
Είχε την ικανότητα να αιχμαλωτίζει το μυαλό μου, τις σκέψεις μου, ακόμα και τα όνειρα που έκανα όταν κοιμόμουν. Περπάτησε στην καρδιά μου, όπως λίγοι έχουν καταφέρει μέχρι στιγμής. Ήξερα πως δε θα υπήρχε για πάντα εκεί. Πως κάποτε θα έφευγε, γι’ αυτό και προσπαθούσα να εκμεταλλευτώ την κάθε μου στιγμή μαζί του. Ήταν ξημερώματα μιας φθινοπωρινής Τρίτης την τελευταία φορά που τον είδα και μιλήσαμε. Θυμάμαι χαρακτηριστικά να περπατάει μαζί μου μέχρι το σπίτι μου και μετά την ανορθόδοξη καληνύχτα του και τον αποχαιρετισμό μας, να μου λέει με ύφος σχεδόν παρακλητικό: «Μικρή, μην αφήσεις ποτέ να σε κάνουν να πιστέψεις πως τα δικά τους λάθη είναι καρφιτσωμένα πάνω σου».
2 σχολίασαν

show me how to use this gun

όταν η σκέψη σου τρέχει με πενήντα χιλιόμετρα την ώρα
όταν το κεφάλι αρνείται κατηγορηματικά αυτό που η καρδιά παραδέχεται
όταν σκέφτεσαι εκείνον και το σώμα σου ανταποκρίνεται με σπασμούς
όταν σε διακατέχει η αύρα του και δεν έχεις νιώσει τίποτα πιο σκοτεινό και ταυτόχρονα τόσο οικείο
όταν σου μιλάει και για εκείνη τη στιγμή δε σε νοιάζει τίποτα άλλο
όταν η σκέψη σου σε οδηγεί σε δύσβατα μονοπάτια και ωθείς τον εαυτό σου στην απόλυτη παράνοια
όταν αναγκάζεσαι να προσποιηθείς άχαρα ότι δε σε νοιάζει
όταν σε κουράζει
όταν συνειδητοποιείς ότι δε μοιράζεστε τις ίδιες σκέψεις και τον ίδιο πόθο
όταν νιώθεις πως η καρδιά σου είναι έτοιμη να εκραγεί και να σπάσει σε χίλια κομμάτια
όταν νιώθεις ερωτευμένη μαζί του, αλλά δε νιώθεις ερωτευμένη ταυτόχρονα
όταν θες να απομακρυνθείς χίλιες λέμβους μακριά του, αλλά κάτι σε τραβάει δίπλα του
όταν νιώθεις αδύναμη κοντά του
όταν μισείς τον εαυτό σου που νιώθεις έτσι
όταν του δίνεις το δικαίωμα να παίζει με το μυαλό σου και να κινεί τα νήματα
όταν ανακατεύεσαι στο στομάχι και δεν έχεις όρεξη για τίποτα
όταν σε ρωτάνε γιατί δεν τρως και απαντάς ξερά ότι έχεις φάει ήδη
όταν είναι η σκέψη σου όταν ξυπνάς και όταν κοιμάσαι
όταν αδυνατείς να αφεθείς και απλά αναισθητοποιείς τις ανάγκες σου
όταν προτιμάς να σε κατακρίνει για κάτι που δεν είσαι, παρά για τον αληθινό σου εαυτό.
2 σχολίασαν

Φθηνά Τσιγάρα vol.2

"Κάθε πρωί θα με δεις να δίνω στο εαυτό μου δέκα δευτερόλεπτα για να καταλάβω που βρίσκομαι και γιατί. Ακολουθούν πέντε δευτερόλεπτα για να αποδεχτώ την ολοκληρωτική μου ανικανότητα για οποιαδήποτε εργασία. Η συνειδητοποίηση της τραγικής οικονομικής μου κατάστασης είναι ακαριαία, γεγονός που με βοηθά να κερδίσω χρόνο και να τον αφιερώσω στα ψάρια μου. Υπάρχουν στιγμές που θέλω να τους πω τα πάντα για την ζωή μου.. Όμως ακόμα και να μην ήταν κουφά, η μνήμη τους δεν διαρκεί πάνω από τρία δευτερόλεπτα, όσο μια βόλτα μέσα στην γυάλα. Ίσως για αυτό στα μάτια τους μπορώ να δω ολόκληρη την ζωή μου, ένας επαναλαμβανόμενος στροβιλισμός, ένα χαρούμενο τίποτα. Αυτές είναι οι πρώτες στιγμές της ημέρας που έρχεται να με σώσει η έμπνευση. Ο κόσμος βασίζεται στο χάος και εγώ θα το διασχίσω χωρίς να ψάχνω για λογική σειρά ... Αυτή είναι η ζωή μου, συνεννοηθήκαμε? ..."

(υπέρτατος Ρένος Χαραλαμπίδης)
2 σχολίασαν

Έτσι φτιάχνεις τον κήπο σου εσύ

“Μετά από λίγο μαθαίνεις
την ανεπαίσθητη διαφορά
ανάμεσα στο να κρατάς το χέρι
και να αλυσοδένεις μια ψυχή.
Και μαθαίνεις πως Αγάπη δε σημαίνει στηρίζομαι
Και συντροφικότητα δε σημαίνει ασφάλεια
Και αρχίζεις να μαθαίνεις
πως τα φιλιά δεν είναι συμβόλαια
Και τα δώρα δεν είναι υποσχέσεις
Και αρχίζεις να δέχεσαι τις ήττες σου
με το κεφάλι ψηλά και τα μάτια ορθάνοιχτα
Με τη χάρη μιας γυναίκας
και όχι με τη θλίψη ενός παιδιού
Και μαθαίνεις να φτιάχνεις
όλους τους δρόμους σου στο Σήμερα,
γιατί το έδαφος του Αύριο
είναι πολύ ανασφαλές για σχέδια
και τα όνειρα πάντα βρίσκουν τον τρόπο
να γκρεμίζονται στη μέση της διαδρομής.
Μετά από λίγο καιρό μαθαίνεις…
Πως ακόμα κι η ζέστη του ήλιου
μπορεί να σου κάνει κακό.
Έτσι φτιάχνεις τον κήπο σου εσύ
Αντί να περιμένεις κάποιον
να σου φέρει λουλούδια
Και μαθαίνεις ότι, αλήθεια, μπορείς να αντέξεις
Και ότι, αλήθεια, έχεις δύναμη
Και ότι, αλήθεια, αξίζεις
Και μαθαίνεις… μαθαίνεις… με κάθε αντίο μαθαίνεις….”
—Jorge Luis Borges
0 σχολίασαν

Xίλια μπουκάλια καταγής

Όπως ακριβώς χορεύει ο καπνός.
Όπως ακριβώς φλερτάρει η αυγή με τη δύση.
Νιώθω τα μέσα μου στεγνά από γαλήνη κι από έρωτα
Μπήκε επιτέλους η άνοιξη.
Δεν κοιμάμαι καλά τα βράδια.
Βρώμικα τασάκια παντού στο δωμάτιο.
Δεν ξέρω πότε ακριβώς άρχισε όλη αυτή η ιστορία.
Δεν ξέρω πότε θα καταφέρω να ξανά εμπιστευτώ τον εαυτό μου.
Ούτε γνωρίζω τι ακριβώς είναι αυτό που φοβάμαι.
Ποτέ μου δεν έκανα ούτε ένα πισωγύρισμα σε παλιές αγάπες και αναρωτιέμαι τι κάνω λάθος.
Δεν ξέρω πια που είναι το σπίτι μου.
Ούτε τι ακριβώς πρέπει να αποκαλώ "πατρίδα".
Δεν ξέρω κατά πόσο πρέπει να σε αφήσω να εισχωρήσεις μέσα μου ή κατά πόσο πρέπει απλά να δοθώ σε αυτό το "περιστασιακό" που θεωρητικά έχουμε.
Χειρίζομαι άγαρμπα τα κακόβουλα σχόλια που με αφορούν.
Μερικές φορές τα ξεχνάω σαν να μην τα άκουσα ποτέ.
Άλλες όμως φορές απλά πνίγομαι μέσα τους.
Σήμερα αποφάσισα να το χειριστώ αλλιώς.
Σήμερα νιώθω πως δεν έχω την ανάγκη κανενός.
Μπορώ να ξαπλώσω, να κλείσω τα μάτια και να είναι σαν να μη μου λείπει κανείς και τίποτα.
Έτσι κι αλλιώς εγώ αύριο φεύγω.
Και δίνω υπόσχεση στον εαυτό μου πως θα γυρίσω πίσω αλλαγμένη.
Θα γυρίσω πίσω ευδιάθετη και ζωντανή.
Κυρίως ζωντανή.
«Πίνω λοιπόν, στερνή γουλιά και σπάω κάτω το ποτήρι.
Άσπρο πάτο! Απόψε κάνω το δικό μου χατίρι.»
1 σχολίασαν

"Στον έρωτα είσαι μόνος"

«Γεμάτος όσο και κενός, ανήσυχος όσο και γαλήνιος, καμιά φορά ευτυχισμένος, αλλά μόνος. Ακόμα κι αν στέκεσαι δίπλα στη γυναίκα της ζωής σου.

 Το να προσπαθήσεις να γράψεις ορθολογικά για τον έρωτα είναι δύσκολο αν όχι ακατόρθωτο. Και γι' αυτό δεν θα προσπαθήσω να βάλω καλούπια σε αυτό που μπορεί να αισθάνεται κάποιος όταν παραδέχεται στον εαυτό του ότι είναι ερωτευμένος. Αλλά ξέρω πολύ καλά ότι αυτό το συναίσθημα, όπως και πολλά άλλα, ένας άνδρας το βιώνει μόνος του.

Μέσα σε μερικές γραμμές θα προσπαθήσω να αναλύσω την σκέψη ότι σε όποια φάση της ζωής σου κι αν είσαι, ελεύθερος ή δεσμευμένος, ανύπαντρος ή παντρεμένος, το να είσαι ερωτευμένος είναι κάτι που μπορεί κοινωνικά να το μοιράζεσαι και να το ζεις με τον άνθρωπό σου αλλά κατά βάθος είναι κάτι που αδυνατείς να μοιραστείς, να εκφράσεις και να αποτυπώσεις στην ολότητά του. Γιατί το ζεις μόνος σου.

Δικός σου είναι ο κόμπος στον λαιμό, δικό σου το σφίξιμο στο στομάχι, δική σου η ξάγρυπνη νύχτα, δικό σου αυτό το συναίσθημα που φουσκώνει μέσα σου, γεμίζει τα πνευμόνια και το στήθος σου και κάνει το αίμα σου να κυλά πιο γρήγορα.

Και ναι, το έχουν ζήσει κι άλλοι. Ίσως περισσότερο από εσένα, ίσως εξίσου, ίσως ακόμα και καθόλου. Κανείς όμως δεν το ζει όπως εσύ.

"Θηλιά ο έρωτας, ανάγκη ο έρωτας, καμμένα μάτια μου μη με ρωτάς". Από το "Καληνύχτα" του Σωκράτη Μάλαμα

.....

Πόσο υπέροχα είχε γράψει ο Γκαίτε κάποτε για έναν ατελέσφορο έρωτα. Σε ένα από τα πλέον συναισθηματικά φορτισμένα κείμενα που έχουν πέσει στα χέρια μου, ο Γκαίτε εξιστορεί τον έρωτα του νεαρού Βέρθερου μέσα από υποτιθέμενα γράμματα του νεαρού ερωτευμένου στον φίλο του Βίλχελμ, όπου περιγράφει απλοϊκά αλλά απόλυτα το πάθος του για την Lotte. Ένα πάθος που έμεινε ανεκπλήρωτο μέχρι την αυτοκτονία του νεαρού Βέρθερου.

"Often do I strive to allay the burning fever of my blood; and you have never witnessed anything so unsteady, so uncertain, as my heart. But need I confess this to you, my dear friend, who have so often endured the anguish of witnessing my sudden transitions from sorrow to immoderate joy, and from sweet melancholy to violent passions?". Από το "The sorrows of young Werther" του Johann Wolfgang von Goethe

Ένα πάθος που έχουμε ζήσει, εγώ, εσύ, αρκετοί για κάποια, χωρίς να βρούμε ανταπόκριση. Πώς είναι δυνατόν να μην είσαι μόνος σε αυτόν τον έρωτα; Ποιος μπορεί να σε νιώσει; Ποιος να σε καταλάβει και ποιος να αποδεχτεί αυτό που η λογική απαγορεύει;

.....

Κι ας αποδεχτούμε ότι ο έρωτας είναι κάτι μετρήσιμο κι ότι εσύ νιώθεις πέντε κι εκείνη επίσης πέντε. Κι αυτά τα πεντάρια ενώνονται κάθε φορά που είστε μαζί και μεταμορφώνονται σε ένα επιβλητικό και υπέροχο δέκα. Σε κάθε άγγιγμα, σε κάθε χάδι, σε κάθε φιλί.

Πες μου όμως… Το βράδυ που πέφτεις στο κρεβάτι σου και την σκέφτεσαι, το απόγευμα που κοιτάς το κινητό σου γιατί έχεις ώρα να της μιλήσεις, το πρωινό που βιάζεσαι να έρθει γιατί ξέρεις ότι θα την δεις αργότερα, δεν είσαι μόνος;

Στην ανασφάλεια που σε κυριεύει, στην αγωνία που σε τρώει, στο όνειρο που πλάθεις για μία ζωή μαζί της, ποιον έχεις παρέα; Πάντως όχι εκείνη.

Ναι, σε κοιτάει στα μάτια και σου ομολογεί τον έρωτά της. Αλλά ακόμα και σε αυτή την υπέροχη συγκυρία, το πόσο ερωτευμένος είσαι το ξέρεις μόνο εσύ, η ψυχή σου και το σώμα σου.

.....

Στην σκέψη που προσπαθείς να διώξεις κάθε βράδυ, στην σκέψη που επιστρέφει κάθε πρωί, στην σκέψη που δεν σε αφήνει να προχωρήσεις, στην σκέψη που δεν σε αφήνει να ησυχάσεις, δεν είσαι μόνος;

Σε αυτή την εκκωφαντική ησυχία που κάνει στο μυαλό σου όταν βρίσκεσαι σε ένα δωμάτιο γεμάτο ανθρώπους που σου μιλούν αλλά εσύ δεν ακούς γιατί σκέφτεσαι εκείνη, δεν είσαι μόνος;

Κάνεις ότι δεν σε νοιάζει, κάνεις ότι δεν πειράζει, καμιά φορά ξεχνάς κιόλας και είσαι καλά.

.....

Η λέξη “μόνος” έχει αρνητική χροιά στο άκουσμα. Αλλά είναι παρεξηγημένη. Γιατί σε όλες τις παραπάνω στιγμές της ζωής που περιέγραψα, το να είσαι μόνος στον έρωτά σου είναι κάτι το φυσιολογικό.

Ο έρωτας είναι υπέροχος στην παραμικρή του έκφανση, βασανιστική ή λυτρωτική.

Όταν την έχεις φιλήσει για πρώτη φορά και φεύγεις με την γροθιά σφιγμένη, όταν την κοιτάς να κοιμάται στα πόδια σου, όταν βλέπεις κάτι σε μία βιτρίνα και σκέφτεσαι ότι θα της πήγαινε πολύ, όταν κοιτάς τις φωτογραφίες από το ταξίδι που πήγατε μαζί, όταν παίζει στο ραδιόφωνο το “I wanna hold your hand” των Beatles και τραγουδάς με όλη σου την ψυχή σαν 15χρονο που πάει εκδρομή. Σε όλες αυτές τις στιγμές, μόνος σου δεν είσαι;

Μπορεί να είσαι μαζί της, μπορεί και όχι. Αλλά δεν σε νοιάζει.

Γιατί είσαι γεμάτος.

Αφελής.

Ζωντανός.

Ερωτευμένος..»
δανεισμένο από εδώ :  οneman
1 σχολίασαν

τα πιο ζόρικα ξενύχτια

Τι να προτείνω και τι να νιώσω μέσα μου. Ποιος με εκπροσωπεί και τι ζητάει από μένα. Ο πιο αγαπημένος φίλος μου, ο πιο μισητός εχθρός μου. Χαμένα όλα μέσα σε ένα παράφωνο στοιχειωμένο νανούρισμα. Δε με χωράνε ο λέξεις μου.  Και δε με νοιάζει που είμαι δακτυλοδεικτούμενη.
Καίω σπίρτα και η ψυχή μου μουδιάζει. Γκρίζες μέρες έρχονται και φεύγουν. Υγρασία στο δωμάτιο και στο λαιμό ξυράφια. Ανοίγω το παράθυρο και βλέπω μόνο τοίχους. Που να το ψάξεις το νόημα και που να το βρεις. Θάβεις όσο πιο βαθιά μπορείς τους πόθους σου γιατί απαγορεύεται να νιώθεις.
Μαγική η στιγμή που χάνεσαι μες στο κεφάλι σου και ακολουθείς τα μονοπάτια τα δικά του. Που αισθάνεσαι την άνοιξη και απλώνεις διάπλατα τα χέρια σου για να την αγγίξεις. Μαγικό που μεγαλώνει η μέρα και που τώρα πια ξημερώνει λίγο πριν τις 6. Που χαζεύεις τον ήλιο να ανατέλλει παρέα με χιλιάδες αποτσίγαρα και μ' ένα βρώμικο τασάκι αγκαζέ.
Μαγεία είναι να μην αφήνεις κανέναν να σε υποβιβάζει. Να πιστεύεις στον εαυτό σου και να χαμογελάς στον καθρέφτη που και που, έτσι γιατί το δικό σου χαμόγελο είναι το μόνο αυθεντικό. Μαγεία είναι η ζεστασιά του κρεβατιού τα πρωινά και ο ελληνικός της γιαγιάς που μόνο εκείνη ξέρει να φτιάχνει τόσο καλά.
Μαγικά είναι τα βράδια που σκέφτεσαι εκείνον και όλα αυτά που σε πλήγωσαν και το μόνο που μπορείς να νιώσεις είναι αγάπη.
Πάλι θα το ξημερώσω απόψε. Δεν πειράζει όμως, γιατί αύριο θα έχει ήλιο..

5 σχολίασαν

รู้สึก

"Είναι μια ιστορία που κάθε φορά το τέλος της οδηγεί στη μέση. Ή κάπου στην αρχή της. Στις ίδιες στιγμές. Στις ίδιες πάντα σκέψεις"
Φλέγεται η επιθυμία μέσα σου. Σε τρώει. Φωνάζει το όνομά σου και γελάει περιπαιχτικά.
Αρχαιότητες.
Όταν άνοιξα τα μάτια μου ο ουρανός ήταν ακόμα μπλε και ήρεμος.
Κανένας χειμώνας, κανένα σύννεφο, καμία καταιγίδα.
Για πόσο ακόμα θα τα κρατάς όλα μέσα σου;
Θα φτιάξουν άρματα οι λύπες σου και θα σε πολιορκήσουν.
Χίλια θαύματα γύρω σου και ένας παρανοϊκός φύλακας-άγγελος που αλλάζει διαθέσεις.
Αρχαιότητες.
Μη με εμπιστεύεσαι, κουράστηκα να στο λέω.
Δεν τις θέλω τις λέξεις σου.
Άδειασε μπροστά μου τις τσέπες σου και σήκωσε τα μανίκια αν τολμάς.
Κανένας κρυμμένος άσσος, καμία ενοχή.
Ένα μικρό φυλαχτό τυλιγμένο στις φλόγες.
Το φύλαγα πολύ καιρό τώρα, αλλά ποτέ δεν κατάφερα να στο δώσω πίσω.
Αρχαιότητες.
"Είναι μια ιστορία που κάθε φορά το τέλος της οδηγεί στη μέση. Ή κάπου στην αρχή της. Στις ίδιες στιγμές. Στις ίδιες πάντα σκέψεις"
4 σχολίασαν

ล้าง

δεν είναι ότι δεν αγαπάς, απλά δεν αφήνεσαι
τόσο καιρό τρέχεις όσο πιο μακριά μπορείς, απλά για να συνειδητοποιήσεις ότι πάλι εδώ είσαι
είναι τόσα πολλά αυτά που σε ανησυχούν, που νιώθεις ότι δε μπορείς να ζήσεις
τυλίγεις με γάζες τις πληγές, αλλά αυτές σε γδέρνουν ακόμα περισσότερο
αμφιταλαντεύεσαι ανάμεσα στην ενοχή και στην αφοσίωση
νιώθεις την ανάγκη να παρέχεις προστασία, αλλά δε νιώθεις προστατευμένος
όπου και να γυρίσω οι άνθρωποι μου δείχνουν τα δόντια τους
απλά παίρνουν όσα πιο πολλά μπορούν να πάρουν και με εγκαταλείπουν αδιάφοροι
δεν ξέρω αν φταίω αποκλειστικά εγώ ή αν όλα αυτά απλώς τα φαντάζομαι
δεν ξέρω αν υπάρχει δυνατότητα αλλαγής γιατί συνέχεια καταλήγω απογοητευμένη
μου αρέσει η ιδέα της δεύτερης ευκαιρίας, απλά έπαψα να πιστεύω πως αλλάζουν οι άνθρωποι
γεμίζω το μυαλό μου με ιδέες και με όνειρα, ξέροντας πως αύριο δε θα υποστηρίζω τίποτα από όλα αυτά
κι όταν το έργο τελειώσει τρέχεις πάλι για να σωθείς, με μόνο μάρτυρα τον εαυτό σου
όταν το μόνο που μου μένει είναι η λύπη, ποιον να υπερασπιστώ και γιατί;

Πληροφορίες

Η Φωτό Μου
/Κάθε φορά θαρρώ πως σε φτάνω /Πάω να σε ξεχωρίσω απ' τα άλλα που αγαπώ /Σε βρίσκω όμως μέσα σ' όλα

Αρχειοθήκη ιστολογίου

(Έχω στο μυαλό μου βίσωνες κι αγγέλους, το μυστικό των ανθεκτικών χρωματικών ουσιών, τα προφητικά σονέτα, το άσυλο της τέχνης.
Κι αυτή είναι η μοναδική αθανασία που εσύ κι εγώ, ίσως μοιραζόμαστε.)

Αναγνώστες

To know is like a hunger: it destroys peace.
Louise Glück

The urge to write contained a refusal to live.
— Jean-Paul Sartre

You must understand the whole of life, not just one little part of it. That is why you must read, that is why you must look at the skies, that is why you must sing and dance, and write poems and suffer and understand, for all that is life.
— Jiddu Krishnamurti

Δημοφιλείς αναρτήσεις