Είπα πως δε σε θέλω, απλά και μόνο επειδή σε ήθελα.
Γιατί κοντά σου αρρωσταίνω, μα μακριά σου πέθαινα.
Είναι που πάντα στοχεύω ουρανό και πάντα πιάνω χώμα.
Γυρίζει η ρόδα της ζωής και η μοναξιά δε με αφήνει σε ησυχία.
Φοβήθηκα να κατέβω.
Οι μέρες επαναλαμβάνονται χωρίς παύσεις και τα μάτια μου βλέπουν μόνο αυτά που πρέπει να δουν, τίποτα παραπέρα.
Η γραμμή που χωρίζει το ανικανοποίητο από το εφικτό είναι αόρατη και έτσι δεν την παραβιάζω.
Αναποφάσιστο αυτό το φθινόπωρο και πιο κενό από ποτέ.
Γύρισα στο άκουσμα της φωνής σου, έτοιμη να σου χαμογελάσω, αλλά εσύ δεν ήσουν εκεί.
Τώρα έχουν αντιστραφεί οι φόβοι μου και η ζωντάνια των ονείρων μου δε με βοηθάει καθόλου.
Παλεύω με τις χαμένες σου συγνώμες μα δε μπορώ να βρω μια άκρη.
Ακρωτηριάζω τις σκέψεις μου και προσποιούμαι πως δε φοβάμαι τίποτα.
Προσπερνάω τη ζωή αδιάφορα και μετά πάλι από την αρχή.
Δεν πειράζει όμως.
Μου αρκεί η ιδέα πως μια μέρα θα σε συναντήσω στο λιμάνι και θα βρέξει ο ουρανός ευτυχία.