Ωχ πόσο πονάω,
μου λες απ’ την πτέρυγα των ετοιμοθάνατων και εγώ συγκρατούμαι.
Λες ότι θυμάσαι πως ήταν τότε
που γελούσες, μιλούσες και έκανες έρωτα
χωρίς τους ορούς, τους γιατρούς και τα αίματα.
Άνοιξε το παράθυρο,
δεν πήγα πουθενά. Μια ζωή εδώ.
Και τώρα το μόνο που μου απομένει
είναι αυτή η πανάκριβη μπόχα.
Η μονάκριβη μου αγάπη,
η πουτάνα, η καριόλα, αυτή η πόλη
που κοιμάται και νομίζει ότι σκίζει.
Τι να λέει;
Μας πονάει και μετά κλαίει.
Και θέλει χάδια και αγκαλιές.
Και Αθήνα μου, σ’αγαπάω να της λες.
(the boy)
0 σχολίασαν:
Δημοσίευση σχολίου