μετράει στωικά το χρόνο
κάπου στην αυγή, λίγο πριν χαθεί η νύχτα
σε συναντώ και καθώς σε αναπνέω, ειρηνεύω
η τοξικότητα αυτής της πόλης
καθιστά παράλυτη τη συνειρμική μου σκέψη
ξεσκεπάζει τις λέξεις απ' το νόημά τους,
τις απλώνει σα μουσκεμένα πανιά στον ήλιο
κι αυτές ξεραίνονται και πεθαίνουν ηττημένες
-είναι ανιαρός ο θάνατος που δεν προκαλεί αγκομαχητό-
και είναι ατελέσφορος ο αγώνας
όταν εκεί απ' όπου έφυγες, επιστρέφεις
μα είναι βράδια σαν κι αυτά
που οι άνθρωποι και τα μπαλκόνια τους
σε φέρνουν λίγο πιο κοντά σ' εκείνο τ' όνειρο
που δεν τολμάς να ζήσεις
είναι σκοτάδια σαν κι αυτά
που τρυπώνουν μέσα σου και φλέγονται
κι ανακαλύπτεις πως τρόπος άλλος
δεν υπάρχει για να γεννηθεί το φως
πρέπει πρώτα ν' αγαπηθείς απ' το σκοτάδι
να γίνεις ιδιοκτησιακή της λάβας αυτής του πυρός
και να γεμίσεις παντού φως
αφού πρώτα σπείρεις ολούθε το θάνατο
Σ' αγαπώ. Απλώς ξεχνάω να στο πω.
Μη μου θυμώνεις.
-β.τ
1 σχολίασαν:
at: 11 Αυγούστου 2018 στις 9:29 μ.μ. είπε...
Πόσο όμορφο. λατρεύω όταν βρίσκω σε λέξεις τις σκέψεις μου επαναδιατυπωμένες. Το νόημα, στην τελική είναι αρκετά όμοιο, η εκδοχή αλλάζει*🌌
Δημοσίευση σχολίου