Το σημάδι που μου άφησε το περσινό καλοκαίρι ακόμα πονάει. Δεν θα φύγει ποτέ από πάνω μου. Τώρα πια, όποιος με κοιτάει, όποιος με γνωρίζει, θα καταλαβαίνει πως ανήκω αλλού. Πως είμαι αλλού. Μου δόθηκε δεύτερη ευκαιρία? Δε μπορεί να μου δόθηκε. Τις ευκαιρίες τις ρουφάει ο χρόνος κι η φθορά του. Δε μου δόθηκε.
Μετά δε θυμάμαι και πολλά. Πήγα, γύρισα. Ένιωθα νοσταλγία και έναν κόμπο στο στομάχι. Έκλαιγα τα βράδια γιατί φοβόμουν μήπως ξεχάσω.
Ξέχασα. Ή καλύτερα, μου διηγήθηκα παραχαραγμένες ιστορίες. Έφτιαξα ολόκληρο κόσμο και σφηνώθηκα μέσα του. Μέσα στην παράνοια. Μέσα σε ένα ψέμα. Ένα ψέμα απ’ το οποίο μπορούσα να τρέφομαι. Μου χάριζε ανάσες. Ζωή. Ή απλά έτσι νόμιζα.
Πέρασε μια χρονιά. Και ήρθε κι άλλο ένα καλοκαίρι.
Δεν θυμάμαι τι έκανα τη μέρα εκείνη. Έχουν πασαλειφθεί οι αναμνήσεις μου και το κεφάλι μου έχει γίνει πλυντήριο.
Κι όλο γυρίζει.
Και δε θυμάμαι. Και δε μπορώ να θυμηθώ.
Ήμουν σε κώμα, έτσι δεν είναι?
Έγιναν κι άλλα, που δε τα θυμάμαι. Με ξεγέλασε η μνήμη μου. Το μυαλό παίζει παιχνίδια. Να κοιτάω μόνο μπροστά μου λες.
Αλλά όταν πέφτει η αυλαία, στο μόνο πράγμα που μπορώ να εστιάσω, είναι το κενό.
Δεν μπορώ να δω κόσμο, ή να ακούσω χειροκρότημα.
Δε μπορώ να γευτώ την αποδοκιμασία. Ούτε είμαι σίγουρη αν αρέσει στον κόσμο αυτό που κάνω. Οτιδήποτε κι αν είναι αυτό.
Μόνο μπροστά λοιπόν, γιατί έχω μάθει να τα παρατάω.
Να τα αφήνω όλα να κυλήσουν και να αφήνω εμένα πίσω.
Θεμέλιο όμως δε χτίζεις στα συντρίμμια.
Κι αυτός ο πονοκέφαλος, δε λέει να φύγει από τότε…
Μετά δε θυμάμαι και πολλά. Πήγα, γύρισα. Ένιωθα νοσταλγία και έναν κόμπο στο στομάχι. Έκλαιγα τα βράδια γιατί φοβόμουν μήπως ξεχάσω.
Ξέχασα. Ή καλύτερα, μου διηγήθηκα παραχαραγμένες ιστορίες. Έφτιαξα ολόκληρο κόσμο και σφηνώθηκα μέσα του. Μέσα στην παράνοια. Μέσα σε ένα ψέμα. Ένα ψέμα απ’ το οποίο μπορούσα να τρέφομαι. Μου χάριζε ανάσες. Ζωή. Ή απλά έτσι νόμιζα.
Πέρασε μια χρονιά. Και ήρθε κι άλλο ένα καλοκαίρι.
Δεν θυμάμαι τι έκανα τη μέρα εκείνη. Έχουν πασαλειφθεί οι αναμνήσεις μου και το κεφάλι μου έχει γίνει πλυντήριο.
Κι όλο γυρίζει.
Και δε θυμάμαι. Και δε μπορώ να θυμηθώ.
Ήμουν σε κώμα, έτσι δεν είναι?
Έγιναν κι άλλα, που δε τα θυμάμαι. Με ξεγέλασε η μνήμη μου. Το μυαλό παίζει παιχνίδια. Να κοιτάω μόνο μπροστά μου λες.
Αλλά όταν πέφτει η αυλαία, στο μόνο πράγμα που μπορώ να εστιάσω, είναι το κενό.
Δεν μπορώ να δω κόσμο, ή να ακούσω χειροκρότημα.
Δε μπορώ να γευτώ την αποδοκιμασία. Ούτε είμαι σίγουρη αν αρέσει στον κόσμο αυτό που κάνω. Οτιδήποτε κι αν είναι αυτό.
Μόνο μπροστά λοιπόν, γιατί έχω μάθει να τα παρατάω.
Να τα αφήνω όλα να κυλήσουν και να αφήνω εμένα πίσω.
Θεμέλιο όμως δε χτίζεις στα συντρίμμια.
Κι αυτός ο πονοκέφαλος, δε λέει να φύγει από τότε…
2 σχολίασαν:
at: 17 Οκτωβρίου 2010 στις 3:03 μ.μ. είπε...
μην αφήνεις τις αισθήσεις σου να εγκλωβιστούν στο μικρόκοσμο.
ταξίδεψε μια φορά μόνη, σε εκείνο τον κόσμο το δικό σου, στα χρόνια τα αθώα,τα παιδικά... τότε που μάζευες κοχύλια...και στόλισε με αυτά τα μαλλιά σου.
χαμογέλασε τον καθρέφτη σου, άγγιξε τα μάγουλά σου, μην τα αυλακώνεις. και κοίτα έξω, το παιχνίδι περιμένει να το συνεχίσεις.
είναι η σειρά σου να παίξεις.
at: 17 Οκτωβρίου 2010 στις 11:36 μ.μ. είπε...
η μονη λυτρωση ειναι η ονειροπωληση και τα παζαρια με την φαντασια! θα την κρατησω τη συμβουλη σου γιατι παντα πιανει, εστω και για λιγο, αλλα πιανει:)
xx
Δημοσίευση σχολίου