Ψάχνω κάπου ανάμεσα τα κομμάτια μου.
Δεν έχω κόλλα όμως να με ξανακολλήσω.
Αναπολώ παλιές στιγμές από φωτογραφίες και προσπαθώ να τις ζωντανέψω και να τις ζήσω πιο έντονα.
Ξεχνιέμαι και αφήνω πίσω τις υποχρεώσεις.
Ξυπνάω όμως το επόμενο πρωί με ένα μυαλό άδειο.
Κενό. Ρίχνω κατάρες στην πλήρη ανικανότητά μου να οργανωθώ και να τα βάλω όλα σε μια τάξη.
Υπάρχει καιρός. Μέχρι που φτάνεις στην τελευταία μέρα και αναρωτιέσαι ‘μα καλά, πότε πέρασε’?
Ξαναφέρνω στο μυαλό μου εικόνες.
Ανθρώπους. Χαμένες ελπίδες. Σβησμένα χαμόγελα. Λυπημένα πρόσωπα. Προσπάθειες να σε κάνω να νιώσεις καλά. Λόγια.Πολλά λόγια.Και τηλεφωνήματα.
Ενώ σου έχω πει, δεν μ’ αρέσει να μιλάω στο τηλέφωνο.
Περίοδος αλλαγής. Και μετά παύση.
Συμπέρασμα: η αγάπη σου είναι για τα σκουπίδια. Μια αλήθεια: μου έλειψες. Αλλά αυτά τα αφήσαμε πίσω, έτσι δεν είχαμε συμφωνήσει?
Εμένα μου έλειψες. Δεν ξέρω πώς να σε αφήσω πίσω.
Και μετά ακολούθησαν κι άλλα.
Μαθήματα. Σκόρπια φιλιά. Προσευχές. Η αναπόδραστη ανάγκη να σου μιλήσω. Ματιές που ήξερα πως έπρεπε να αποφύγω.
Χωρίς όμως αυτό να σημαίνει ότι το έκανα.
Λέξεις, λέξεις κι άλλες λέξεις. Σε έβριζα. Με έβριζα. Χανόμουν. Και μετά πάλι παύση. Με σήκωναν όρθια οι γύρω μου.
Πρόσεχε! μου φώναζαν. Μην κάνεις ξανά το ίδιο λάθος.
Έσβηνα φωτιές, τις ξανάναβα. Πρόσεχα μην καώ, αλλά κάποιες φορές καιγόμουν.
Ανάσες. Κάποιες φορές βαθιές, κάποιες άλλες μικρές.
Αλλά πάντα αθόρυβες.
Και τελικά πάντα μένεις με την απορία.
«Γίνεται να αγαπάς κάποιον και να μην τον αγαπάς ταυτόχρονα?
Εγώ το ξέρω, στους άλλους φαίνεται απίστευτο, αλλά έτσι είναι.
-Πού πάμε?
-Στη θάλασσα…»